Saturday, February 26, 2011

Αναλαμπή

Κοίταζε τα ψηλότερα, πολυώροφα κτίρια απο την θαλπωρή του δωματίου της, μέσα απο το παράθυρό της. Άναψε ένα τσιγάρο και τράβηξε μια βαθειά τζούρα. Σκεπές ανεμοδαρμένες, καλυμμένες με σκουριά και σιδεριές, ραγισμένα τοιχάκια, βρώμικα δάπεδα με πολύχρωμους λεκέδες. Το αγέρι λυσσομανάει παιχνιδίζοντας ανάμεσα στις κεραίες, και εκείνη σκέφτεται τι συνέβη... 'Πως γίνεται να είναι...', σκέφτηκε, 'δεν μπορεί όλα να τελείωσαν. Τόσο γρήγορα? Τόσο κοφτά? Σιχαίνομαι....Γιατί συνειδητοποιώ πως υπήρξα ένα τίποτα σε ο,τι έγινε, νιώθω σαν ένα κακοπαιγμένο στακάτο σε μια τόσο μεγάλη ιστορία... μόνο αυτό με πονά πιο πολύ.' Παρατηρώντας χαρακτηριστικά την κακοφορμισμένη οροφή της απέναντι πολυκατοικίας, πρόσεξε κάτι το ξαφνικό, το αναπάντεχο. Δίπλα απο την είσοδο της οροφής, κατεστραμμένη σε μια γωνία, μια μικρή φωλιά πουλιών, πεσμένη στο πάτωμα.Κάτι επάνω σε αυτό το κατεστραμμένο πια μικρό σπίτι την έκανε να μην μπορεί να ανασύρει το βλέμμα της από αυτό. Ο καθένας στη θέση της θα προσπερνούσε κάτι τόσο κοινό και ασήμαντο, όμως όχι εκείνη. Όταν είσαι συναισθηματικά ευάλωτος, το καθετί έξαφνα αποκτά ένα μοναδικό ενδιαφέρον, από το μεγαλύτερο ως και το μικρότερο αντικείμενο. Οτιδήποτε για να ξεφύγει το μυαλό απο εκείνο που πλήγωσε την ψυχή και άφησε το σώμα ραγισμένο γυαλί. Αφού για κάμποση ώρα περιεργάστηκε το μισοδιαλυμένο ερείπιο μετα περισσής περιέργειας, πάγωσε. Ποικίλες σκέψεις τριβέλιζαν το μυαλό της, και ξαφνικά, σταμάτησαν. Στο ωχρό πρόσωπό της χαράχτηκε ένα αχνό μειδίαμα και στα μάγουλά της ένα καυτό δάκρυ κύλησε. Τότε εκείνη σκέφτηκε: ''Τα πουλιά που ζούσαν εκεί πάνω δεν πρόλαβαν να στεριώσουν, ο άνεμος γκρέμισε τη φωλίτσα τους μονομιάς. Δεν απορώ που φοβάμαι να παλέψω, τόσος κόπος και έννοιες για να ανέβεις επίπεδο στη ζωή σου, και ξαφνικά ένας καταραμένος άνεμος σπρώχνει με μανία όλη μου την προσπάθεια στέλνοντας τη στα κομμάτια. Το άσχημο είναι ότι όσο πιο ψηλά χτίζεις τις ελπίδες σου, τόσο πιο πολύ θα πονέσει το θέαμα της κατάρρευσης τους... Οπότε απλά δεν χτίζεις ελπίδα, '' είπε, και έσβησε το τσιγάρο.

Monday, February 14, 2011

Εναντίωση σε ό,τι σε υποτάσσει..

Τι είναι τούτη η αποκοτιά που με λογχίζει?
Η ακαταμάχητη ανάγκη να φωνάξω μες το πλήθος?
Να σφηνώσω την  σφαιρική άποψή μου στο κεφάλι κάθε εκμηδενιστή, να ψηφίσω τις απροσπέλαστες γραφικότητες και προκαταλήψεις με το νεανικό μου θράσος?
Τι είναι τούτη η αβάσταχτη ανάγκη για μια συμφωνία? Έναν έπαινο, ένα 'μπράβο'? Ένα σημάδι οτι δεν είμαι στάσιμη στο χαώδες 'Τώρα', που σαν το φίδι κουλουριάζει κάθε σπιθαμή της ύπαρξής μας.
Τι είναι τούτα τα σημάδια που στο πρόσωπό μου καίνε? Μην είναι φόβοι, αγωνίες? Όχι, δάκρυα ήταν. Ήρθε η στιγμή να γίνει η υπέρβαση και η αμυγδαλιά να χαρίσει τους καρπούς και τ'άνθη της στον αντίξοο χειμώνα. Η ώρα που το 'Τώρα' θα τερματίσει την φαύλη επικάλυψη του ηθικού και του πνεύματος, η ώρα, που το 'Άυριο' θα φέρει την τελείωση του ατόμου, που θα χαρίσει ένα χρυσαφένιο λουλούδι στο καβουρντισμένο δάσος της κοινωνίας...Ποιοί θα με φιμώσουν? Στα κομμάτια... δεν μπορείς να κλέψεις την ελευθερία των σκέψεων απο ένα σύννεφο, απο μια ύπαρξη ήσσονος σημασίας...Καλύτερα να φθαρώ και να χαθώ με τις ελεύθερες σκέψεις μου, παρά να αλλοιωθούν τα πιστεύω μου και να υποταχθώ στη διαφθορά του σήμερα.

Στη Σκιά του Φθινοπώρου...

Μια σκιά μόνη, στο δρόμο τριγυρνά,
Σκιά του φθινοπώρου τη φωνάζουν,
να εκφράσει της τα σώψυχα ζητά.

Φλόγα πυροκόκκινη τα μαλλιά της,
η ψυχή της ένα σύννεφο γαλάζιο,
μόνη είναι στα μάτια τα δικά της.

Μα δεν κοιτάς απέναντι στην όχθη,
να δείς άλλες σκιές που τριγυρίζουν,
κι οι ιδέες τους σαν φώτα λαμπυρίζουν.

Σκιά μου, ο ήλιος μας θα δυναμώσει,
Και απάνω στης πραγμάτωσης το βράχο
η αγωνία και τ'άγχος θα τελειώσει...

Υ.Γ:Κουράγιο SoA! :)